Οστεοπόρωση



Η οστεοπόρωση είναι χρόνια πάθηση του μεταβολισμού των οστών, κατά την οποία παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητας και ποιότητάς τους, ώστε αυτά με την πάροδο του χρόνου να γίνονται πιο εύθραυστα και λεπτά. Ετσι προκαλείται αυξανόμενος κίνδυνος κατάγματος (σπασίματος) των οστών, καθώς μειώνεται η ανθεκτικότητα και η ελαστικότητά τους.

Τα κατάγματα μπορεί να εμφανιστούν με ή χωρίς πτώση του ασθενούς και συνήθως συμβαίνουν στα οστά του άνω άκρου (κυρίως στον καρπό), στον αυχένα του μηριαίου οστού, στη σπονδυλική στήλη, αλλά και αλλού. Στην οστεοπόρωση η πυκνότητα των οστών (BMD = Bone Mineral Density) μειώνεται, η μικροαρχιτεκτονική των οστών αλλοιώνεται και η ποσότητα, καθώς και η ποικιλία των μη-κολλαγόνων πρωτεϊνών στα οστά μειώνονται.

Η πάθηση αυτή είναι περισσότερο συνηθισμένη στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, λόγω της παύσης της προστασίας που προσφέρουν στη γυναίκα τα οιστρογόνα, αλλά μπορεί να αναπτυχθεί και στους άνδρες. Επίσης υπάρχει και η δευτεροπαθής οστεοπόρωση που είναι αποτέλεσμα διαφόρων παθήσεων, όπως ο υπερθυρεοειδισμός, ο σακχαρώδης διαβήτης, η θαλασσαιμία, η σκλήρυνση κατά πλάκας, η μεταμόσχευση οργάνων, η γαστρεκτομή, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, διάφορες νεφρικές νόσοι, το AIDS, ενδοκρινολογικές, γενετικές νόσοι, κ.ά. Επίσης, η μακρόχρονη ακινησία (π.χ. λόγω τραυματισμού ή παράλυσης ή τοποθέτησης κάποιου γύψου ή κατάθλιψης) καθώς επίσης και η γεροντική ηλικία συνήθως συνοδεύονται από οστεοπόρωση.

Τα συνηθέστερα συμπτώματα της οστεοπόρωσης περιλαμβάνουν πόνο στην πλάτη (ραχιαλγία), σταδιακή απώλεια ύψους λόγω καταγμάτων στους σπονδύλους που συνήθως συνοδεύονται και από χαρακτηριστική κύφωση (κλίση του κορμού προς τα εμπρός). Η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί με τη λήψη επαρκών ποσοτήτων ασβεστίου και βιταμίνης D, άσκησης, αποφυγής καπνίσματος, αλκοολούχων ποτών και υπερβολικών ποσοτήτων καφέ ιδιαίτερα στην ηλικία που αναπτύσσεται ο σκελετός.

Μία από τις σημαντικότερες φαρμακευτικές αγωγές για την πρόληψη και την θεραπεία της οστεοπόρωσης είναι τα διφωσφονικά. Αν και οι φαρμακοκινητικές και φαρμακοδυναμικές τους ιδιότητες δεν έχουν πλήρως διευκρινιστεί,θεωρείται πως ασκούν μία ισχυρή ανασταλτική δράση στους οστεοκλάστες επιφέροντας απόπτωση.Πιθανή θεωρείται και η δράση τους κατά της αγγειονεογένεσης και κατά των νεοπλασιών.Εκτός της οστεοπόρωσης χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του πολλαπλού μυελώματος και των μεταστατικών όγκων των οστών που έχουν ως πρωτοπαθή εστία το στήθος,τον προστάτη και τον πνεύμονα.

Ως συνήθεις επιπλοκές της μακροχρόνιας χορήγησης των διφωσφονικών (φαρμάκων) θεωρούνται οι οστεονεκρώσεις των οστών στις γνάθους,οι οποίες είναι αρχικά ασυμπτωματικές, μιμούμενες οδοντιατρικά προβλήματα ρουτίνας, σε οτι αφορά των πόνο,όπως η τερηδόνα και περιοδοντική νόσος. [1]

Βιβλιογραφία


* Ceasar A Migliorati,Michael A Siegel,Linda S Elting,"Bisphosphonate-associated osteonecrosis:a long-term complication of bisphosphonate treatment",(june 2006,Lancet Oncol,vol 7:508-14)

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License